μερκαπτοπουρίνη

μερκαπτοπουρίνη
η
(φαρμ.) αλκυλιωτικός παράγοντας που δρα στη βιοσύνθεση τών νουκλεοτιδίων και χρησιμοποιείται ως κυτταροστατικό στη θεραπεία ορισμένων λευχαιμιών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αντινεοπλασματικά — Φάρμακα που χρησιμοποιούνται εναντίον των νεοπλασιών. Παρεμβαίνουν και εμποδίζουν την αναπαραγωγή των νεοπλασματικών κυττάρων και τελικά τα καταστρέφουν. Ο μηχανισμός με τον οποίο αναπτύσσουν αυτή τους την ιδιότητα ποικίλλει καμιά φορά και στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”